- πέμφ'
- πέμπε , πέμπωsend: pres imperat act 2nd sgπέμπε , πέμπωsend: imperf ind act 3rd sg (homeric ionic )πέμπε , πέντεfive: aeolic (indeclform numeral )
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
πέμφ' — πέμπε , πέμπω send pres imperat act 2nd sg πέμπε , πέμπω send imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) πέμπε , πέντε five aeolic (indeclform numeral) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμφιγα — η / πέμφιξ, ιγος, ΝΑ νεοελλ. ιατρ. δερματοπάθεια που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση πομφολύγων στο δέρμα και στους βλεννογόνους αρχ. 1. πνοή, φύσημα 2. ηλιακή ακτίνα ή λάμψη φωτός 3. σταγόνα, ρανίδα 4. νέφος, σύννεφο και, ιδίως, σύννεφο το οποίο … Dictionary of Greek